Τὶς ἱκανὸς τὰ χείλη διᾶραι,
καὶ κινῆσαι τὴν γλῶσσαν
πρὸς τοὺς πνέοντας πῦρ,
δυνάμει Λόγου καὶ Πνεύματος;
Ποιός είναι ικανός, αναρωτιέται ο ιερός
υμνογράφος στον Οίκο πριν το
Συναξάριον, να ανοίξει το στόμα του και να ομιλήσει περί αυτών που πνέουν φωτιά
με τη δύναμη του Θεού Λόγου και του Αγίου Πνεύματος; Και αν δειλιάζει ο ιερός
υμνογράφος, πόσο μάλλον εμείς, που στεκόμαστε ενώπιον των ιερών αυτών
αναστημάτων με δέος και βαθύ σεβασμό!
Θα προσπαθήσουμε, όμως, ταπεινά, με την
Χάρι του Θεού και την ευχή σας, σεβασμιώτατε, να γνωρίσουμε ποιοί είναι αυτοί
που πνέουν φωτιά αιώνες τώρα και ο λόγος τους ζωντανός με τη δύναμη του Θεού
Λόγου είναι τόσο επίκαιρος σαν να ομιλούν σήμερα οι θαυμάσιοι αυτοί πατέρες. Ο
Βασίλειος ο Μέγας, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Αυτούς τους αγίους πατέρες, συνήλθαμε να
τιμήσουμε σήμερα με την πανηγυρική και αρχιερατική Θεία Λειτουργία ως πολιούχους
αυτής της ευλογημένης ενορίας αλλά και ως προστάτες της παιδείας και των γραμμάτων.
Η παιδεία τους, η καλλιέργεια και οι εγκύκλιες γνώσεις και σπουδές τους, καθώς
επίσης και το ενδιαφέρον τους για τη μόρφωση καθώς και η σύνδεση της ελληνικής
παιδείας με τη χριστιανική πίστη είναι η αιτία που αναδείχτηκαν προστάτες των
γραμμάτων και των τεχνών. Αυτή είναι όμως μία μόνο διάσταση του έργου τους,
καθώς διακρίθηκαν επίσης τόσο για τη θεολογική τους προσφορά σε μία εποχή
κρίσιμη για την ιστορία της Εκκλησίας λόγω των αιρέσεων, αλλά και για τη
λειτουργική τους προσφορά στην Εκκλησία. Οι τρεις ιεράρχες επικεντρώνοντας την
προσοχή τους στην έννοια και την ουσία της λατρείας, της Αγίας Τράπεζας και της
Θείας Ευχαριστίας συνέθεσαν και οι τρεις Θείες Λειτουργίες. Η μεν του αγίου
Γρηγορίου τελείται πλέον εξαιρετικά σπάνια, του Μεγάλου Βασιλείου δέκα φορές το
χρόνο ενώ του ιερού Χρυσοστόμου όλες τις υπόλοιπες ημέρες και εορτές του
χρόνου.
Οι Τρεις Ιεράρχες προικίστηκαν ο καθένας
από τον Θεό με πολλά και ιδιαίτερα χαρίσματα. Με βάση αυτά ο Βασίλειος
ονομάστηκε από την Εκκλησία Μέγας, για την μεγάλη του προσφορά σε επίπεδο
κοινωνικό, θεολογικό και επιστημονικό. Ο Ιωάννης ονομάστηκε Χρυσόστομος για το
μοναδικό του χάρισμα στον λόγο, λόγος ο οποίος μιλούσε απ’ευθείας στις καρδιές
των ακροατών του. Τέλος, ο Γρηγόριος ονομάστηκε Θεολόγος για την μεγάλη του
συνεισφορά στην ορθόδοξη θεολογία.
Ας δούμε όμως αναλυτικότερα κάποια
ενδιαφέροντα στοιχεία από τη ζωή των Τριών Ιεραρχών. Οι τρεις ιεράρχες έλαβαν
βαθειά και πολύπλευρη παιδεία. Σπούδασαν φιλοσοφία, θεολογία, νομική, ρητορική,
αστρονομία, μουσική και ιατρική. Ο Βασίλειος και ο Γρηγόριος, οι δύο
Καππαδόκες, παρακολούθησαν μαθήματα και αφοσιώθηκαν σε ανώτερες σπουδές στο
μεγάλο κέντρο του κλασικού ελληνισμού, την Αθήνα. Στη Σχολή της Αντιόχειας, της
ιδιαίτερης πατρίδας του, μαθήτευσε ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος κοντά στο φημισμένο
εθνικό ρήτορα Λιβάνιο. Το μέλλον διαγραφόταν λαμπρό για όλους αφού τα προσόντα
τους εναρμονίζονταν με τις απαιτήσεις υψηλών κοσμικών αξιωμάτων. Εκείνοι όμως
προτίμησαν τη στενή και τεθλιμμένη οδό της εκκλησιαστικής διακονίας. Προτίμησαν
να ακολουθήσουν τη σταυρική πορεία που χάραξε ο Χριστός και να μιμηθούν τη δική
του συγκατάβαση για χάρη των ανθρώπων.
Η ελεύθερη επιλογή τους να ιερωθούν δεν
ήταν μία απόφαση σκοπιμότητας συνδεδεμένη με την εξουσία και την αρχομανία ή
προσωπικούς φιλόδοξους στόχους, αλλά με τη διπλή διακονία, του Θεού και του
συνανθρώπου. Τα αξιώματά τους, όπως και το ανώτερο του επισκόπου, τα θεωρούσαν οδό
διακονίας και θυσίας, προτάσσοντας πάντα τα προβλήματα του ποιμνίου τους. Έτσι
αγωνίστηκαν για τη διόρθωση των κακώς εχόντων, για την αποκατάσταση της
δικαιοσύνης και την τιμωρία της αδικίας. Και αυτό δεν έγινε μέσα από
διακηρύξεις εκ του ασφαλούς αλλά με την ίδια τη ζωή τους και πράξεις, οι οποίες
έμειναν στην ιστορία σαν μνημεία συναίσθησης της κοινωνικής ευθύνης.
Η απάντηση του Μ. Βασιλείου στον
Μόδεστο, ύπαρχο των πραιτωριανών αποτελεί μέγιστη πράξη κοινωνικής ευθύνης αλλά
και αντίστασης στις επεμβάσεις της κρατικής εξουσίας στα εκκλησιαστικά πράγματα.
Στις απειλές του Μόδεστου ο επίσκοπος της Καισάρειας απάντησε με θάρρος ότι δεν
τον φόβιζε η δήμευση, γιατί δεν διέθετε τίποτα άλλο από ένα τρίχινο ένδυμα και
μερικά βιβλία. Ούτε η εξορία, τα βασανιστήρια ή και ο θάνατος ήταν ικανά να
κάμψουν τον ακαταμάχητο ιεράρχη. Ο Μόδεστος έμεινε έκπληκτος από τις απαντήσεις
του Βασιλείου και ομολόγησε με θαυμασμό ότι ποτέ δεν είχε ακούσει επίσκοπο να
μιλάει με τέτοιο τρόπο.
Επίσης, ο αυστηρός έλεγχος του
Χρυσοστόμου στην ματαιόδοξη αυτοκράτειρα Ευδοξία, που σκανδάλιζε το λαό με την
πολυτέλεια και τον επιδεικτικό της βίο του στοίχισε δύο εξορίες και τελικά το
θάνατο από τις κακουχίες στον μακρινό Πόντο. Αλλά και η παραίτηση του Γρηγορίου
από τον πατριαρχικό θρόνο, όταν συκοφαντήθηκε ότι εξελέγη με μη νόμιμο τρόπο, ήταν
μια πράξη θυσίας, που εξυπηρετούσε το κοινό συμφέρον και την ειρήνευση της
εκκλησίας.
Είναι, επίσης, απαραίτητη μία έστω
ενδεικτική αναφορά στο κοινωνικό έργο των Τριών Ιεραρχών: Κατ’ αρχήν ο Μ.
Βασίλειος το 370 χτίζει την περίφημη Βασιλειάδα, ένα χωριό με νοσοκομείο,
γηροκομείο, ορφανοτροφείο και πολλά άλλα ιδρύματα, για να ανακουφίσει την
ανθρώπινη δυστυχία. Επίσης, στον λιμό του 367-368, που έπληξε την περιοχή της
Καισάρειας μεγαλούργησε. Στηλίτευσε τους μαυραγορίτες, οργάνωσε λαϊκά συσσίτια,
κινητοποίησε τους πιστούς, μερίμνησε για τα παιδιά, εμπόδισε την εκμετάλλευση
των αδυνάτων, χωρίς μάλιστα να ξεχωρίζει χριστιανούς και ειδωλολάτρες. Ο
Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αγαπούσε τόσο πολύ τους φτωχούς ώστε πούλησε ακόμα και
τα αντικείμενα του επισκοπικού του μεγάρου και κατάργησε τα επίσημα γεύματα,
για να ενισχύσει τους φτωχούς. Αλλά και ο Γρηγόριος σε όλη του τη ζωή συνδύασε
την κοινωνική δράση με την πνευματική προσφορά και τους θεολογικούς του αγώνες
εναντίον των αιρετικών. Πρακτική αποκορύφωση της κοινωνικής του ευαισθησίας
ήταν η διαθήκη του, με την οποία άφηνε όλη την περιουσία του στους φτωχούς της
Ναζιανζού.
Από τα στοιχεία, που προαναφέραμε,
γίνεται φανερό ότι η ζωή και η δράση των Τριών Ιεραρχών ήταν ένας διαρκής
αγώνας. Αξιοποίησαν τα εκκλησιαστικά αξιώματα, που τους ανατέθηκαν, για να
υπηρετήσουν τον πλησίον. Έγιναν ένα μαζί του, αγαπώντας τον ως σεαυτόν, σύμφωνα και με την εντολή
του Κυρίου. Αγωνίστηκαν για την κατάργηση των διακρίσεων, εξύψωσαν την θέση της
γυναίκας στην κοινωνία και αντιμετώπισαν το οξύτερο κοινωνικό πρόβλημα της
εποχής τους αλλά και της σημερινής εποχής, τη φτώχεια, με μέτρα δραστικά και
πράξεις επαναστατικές, μνημεία και υποδείγματα αληθινής και ανιδιοτελούς
αγάπης.
Κλείνοντας, είναι σπουδαίο να
προβάλλουμε τους Τρεις Ιεράρχες ως γνήσια πρότυπα προς μίμηση, σε μία κοινωνία
που διέρχεται κρίση κατ’αιτίαν και βάθος πνευματική, μία κοινωνία από την οποία ελλείπουν πρότυπα
γνήσια, υψηλά και πνευματικά. Αντίθετα, ινδάλματα και αντικείμενα λατρείας των
παιδιών μας έχουν γίνει αμφιβόλου ηθικής αστέρες της βιομηχανίας της μουσικής
και του θεάματος. Η επιλογή είναι αυτεξούσια δική μας. Αληθινή τιμή πάντως προς
τους Τρεις Ιεράρχες, τους οποίους
εορτάζουμε και πανηγυρίζουμε σήμερα λαμπρώς είναι η συναίσθηση της δικής μας
προσωπικής ευθύνης απέναντι στα κοινωνικά προβλήματα, η αγάπη των γραμμάτων και
η μίμηση της αγίας ζωής τους. Άλλωστε, η πρόσκληση στην αγιότητα είναι εντολή
του Κυρίου μας και προς αυτή την κατεύθυνση ας αγωνιστούμε όλοι φιλότιμα και
ταπεινά με τις πατρικές ευχές και την καθοδήγηση του πνευματικού μας πατέρα και
σεβασμιωτάτου μητροπολίτη μας και την Χάρι του Αγίου Θεού.
Εκφωνήθηκε στον Ι.Ν. Αγίων Τριών Ιεραρχών Ευόσμου στις 30-1-2014
Εκφωνήθηκε στον Ι.Ν. Αγίων Τριών Ιεραρχών Ευόσμου στις 30-1-2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου