Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Του π. Γεωργίου Οικονόμου, Δρ. Θεολογίας για το stin-enoria

Mεμέρισται η θεολογία;


Στο πρώτο κεφάλαιο της Α΄ Προς Κορινθίους ο Απόστολος Παύλος παρακαλεί στο όνομα του Χριστού τους παραλήπτες της επιστολής να λένε όλοι το ίδιο και να είναι ενωμένοι με μία σκέψη και ένα φρόνημα. 



Η νουθεσία αυτή γίνεται αυστηρή υπόδειξη στους επόμενους στίχους, όπου ο Ταρσέας με βαθύ πατρικό πόνο αναφέρεται στις έριδες, που πληροφορήθηκε ότι υπάρχουν ανάμεσά τους και ότι ο καθένας τους λέει˙ εγώ είμαι του Παύλου, εγώ είμαι του Απολλώ, εγώ είμαι του Κηφά, εγώ είμαι του Χριστού. 
Και αμέσως παρακάτω αναφωνεί και αναρωτιέται με βαθύτατη αγωνία ο διδάσκαλος της εκκλησιολογικής ενότητας˙ μεμέρισται ο Χριστός[1];
Από τα αρχαία χριστιανικά χρόνια εμφανίστηκε ο πειρασμός και ο κίνδυνος της διαίρεσης, η οποία είναι διαμετρικά αντίθετη προς την ἐν Χριστῷ ενότητα. Και σαφώς αντίθετη, επίσης, προς την γεθσημάνεια αγωνία, που εκφράζει προσευχητικά ο Ιησούς προς τον Πατέρα Του για τους μαθητές Του˙ ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς[2]. 
Δυστυχώς, ανάλογα σχίσματα και διαιρέσεις και αργότερα αιρέσεις συνέβαιναν και συμβαίνουν πάντοτε στην ιστορία της Εκκλησίας.
Ο εγωισμός, η υπερηφάνεια, η έλλειψη σεβασμού στις εκκλησιαστικές παραδόσεις, ο συγκρητισμός, η διανοητική και φιλοσοφική προσπάθεια εκλογίκευσης και κατανόησης των θείων μυστηρίων είναι ορισμένες από τις αιτίες αυτών των σχισμάτων. 
Η διαίρεση της Εκκλησίας, όμως, σημαίνει ακρωτηριασμό του σώματος του Χριστού, καθώς μέλη Αυτής αποκόπτονται και δεν κοινωνούν πλέον με τους υπόλοιπους πιστούς. Τηρουμένων των αναλογιών θέλουμε στο παρόν άρθρο να αναφερθούμε σε τάσεις διαιρέσεων στη σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία.
Ο κίνδυνος αυτός παρουσιάστηκε από τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα με τις χριστιανικές αδελφότητες, οι οποίες μάλλον εν τέλει αντιμετώπισαν τον πειρασμό αυτονομήσεως και ομονόησαν μεταξύ τους, αφού αντιμετώπισαν ή ακόμα αντιμετωπίζουν και τις μεταξύ τους σοβαρές δυσκολίες και έσωθεν διασπάσεις. 
Τα τελευταία χρόνια, όμως, παρατηρούμε με ανησυχία μία καινούρια διαίρεση του εν Ελλάδι, κυρίως, θεολογικού κόσμου στα δύο. 
Και παρουσιάζονται από την μία πλευρά οι θεολόγοι της ΠΕΘ (Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων) και από την άλλη, οι θεολόγοι του Καιρού. Λαμβάνουμε το θάρρος ως ανένταχτοι αλλά και αγαπώντες αμφοτέρους να καταθέσουμε ορισμένες σκέψεις. 
Εάν ισχυριζόταν κάποιος ότι υπάρχουν καλές σχέσεις, συνεργασία και γόνιμος διάλογος ανάμεσά τους θα ψευδόταν, καθώς κείμενα και επιστολές με αμοιβαία εκτόξευση φαρμακερών ενίοτε βελών αποδεικνύουν το αντίθετο. Και φτάσαμε στο σημείο από τους οπαδούς του Απολλώ και του Κηφά να έχουμε σήμερα τους θεολόγους της ΠΕΘ και του Καιρού ενώ η μεταξύ τους σχέση παρουσιάζει σοβαρές εντάσεις και προβλήματα. 
Θαρρείς και η θεολογία μεμέρισται και δεν εκφράζεται πλεόν αδιάψευστα διά της Αγίας Γραφής και των Αγίων Πατέρων και είναι απαραίτητη η πολλαπλή ερμηνεία θεολογικών συνδέσμων και ενώσεων.
Η έλλειψη πνεύματος αγάπης, διαλλαγής, σεβασμού, κατανόησης και συγχώρεσης, οι ύβρεις, οι ειρωνίες και οι καβγάδες δείχνουν ότι υπάρχει εκατέρωθεν πρόβλημα. Ταλιμπάν, τζιχαντιστές, ευσεβιστές χαρακτηρίζονται οι μεν, οικουμενιστές, μεταπατερικοί, προδότες οι δε. 
Η ουσία του προβλήματος εστιάζεται, σύμφωνα με την ταπεινή μας γνώμη, στο ότι η διαφορετική εκφορά θεολογικού λόγου δεν γίνεται στα πλαίσια μιας θεμιτής πολυφωνίας ή επιστημονικής έρευνας αλλά εκφυλίζεται σε άκομψους χαρακτηρισμούς και προσωπικές αήθεις επιθέσεις. 
Και συντηρούνται με τον τρόπο αυτό παλιές πανεπιστημιακές παραταξιακές διαιρέσεις, οι οποίες ανήκουν στο αδιάφορο για τα σύγχρονα προβλήματα παρελθόν. 
Αυτό, όμως, σε μία εποχή, κατά την οποία διακυβεύονται το μέλλον του μαθήματος των Θρησκευτικών (ΜτΘ), η πρωϊνή προσευχή στο σχολείο, η αποϊεροποίηση θεσμών, αξιών και σύνολης της παιδείας, συνιστά περιττή πολυτέλεια και ο μεταξύ μας διχασμός προσφέρεται ως ένα ισχυρό επιχείρημα στα χέρια όσων στοχοποιούν την Εκκλησία.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ένα ενδεικτικό παράδειγμα σχετικά με το ΜτΘ. Πρόσφατα η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος εκφράζοντας με υπεύθυνες ενέργειες την αγωνία της για το ΜτΘ έκανε ειδική σύσκεψη με τη συμμετοχή εκπροσώπων των Θεολογικών Σχολών και των Θεολογικών Συνδέσμων και διατύπωσε συνθετική διακριτική πρόταση, που επιμελήθηκε ο μητροπολίτης Ναυπάκτου, κ. Ιερόθεος.
Ωστόσο, η πρόταση αυτή ενώ έγινε δεκτή εκεί, έστω και με την έκφραση αντιρρήσεων, αργότερα κρίθηκε με άκρως ειρωνικό τρόπο ως απαράδεκτη από ορισμένους θεολόγους και κατηγορήθηκε η Εκκλησία για την πρωτοβουλία της, καθώς σύμφωνα με τις απόψεις αυτές δεν θα έπρεπε να παρεμβαίνει στα ζητήματα αυτά.
Στην ουσία του σχετικού ζητήματος θεωρούμε ότι το πρόβλημα επινοήθηκε ως πολιτική εντολή τέως υπουργού με την τακτική διαίρει και βασίλευε, ενώ είναι ήδη λυμένο. 
Το ζητούμενο του πολιτισμικού ή θρησκειολογικού μαθήματος ήδη εκπληρώνεται από τον μάχιμο θεολόγο μέσα στην τάξη εδώ και πολλές δεκαετίες. 
Η άνωθεν επιβολή Προγραμμάτων Σπουδών, που αμφισβητούν επί σκοπώ τον ομολογιακό ή κατηχητικό χαρακτήρα πιστεύουμε ότι θα οδηγήσει σε απώλεια ουσίας. Ένα μάθημα ζωντανό, αληθινό, ορθόδοξο συν-χωρεί και αγκαλιάζει τους πάντες. 
Και ουδείς αισθάνεται άβολα. Ετερόδοξος, ετερόθρησκος ή άθεος. Ούτε φυσικά επιτρέπει να γίνεται το μάθημα πεδίο προπαγάνδας ή προσηλυτισμού. 
Άλλωστε ο συγκεκριμένος νυν ισχύων χαρακτήρας του μαθήματος είναι απολύτως σύμφωνος και με τις σχετικές επιταγές του Συντάγματος. 
Ενώ ένα μάθημα εγκυκλοπαιδικό, θρησκειολογικό, διαθεματικό, διαφοροποιημένης διδασκαλίας, μπορεί να γίνει πολύ εύκολα ανιαρό και βαρετό.
Θα συμφωνούσαμε σε μία καθολική αναδιαμόρφωση, καθώς και τα παρόντα Προγράμματα Σπουδών έχουν σοβαρά προβλήματα. Αυτό, όμως, θέλει προετοιμασία, συνεργασία, δουλειά πολύ, έρευνες. 
Αλλά και να ερωτηθούν οι μαθητές, οι διδάσκοντες, γιατί όχι και οι γονείς τους. Με σεβασμό στην Ιερά Σύνοδο και συμμερισμό των αγωνιών της και όχι με μία επαναστατικά αυτονομημένη διανοητική θεολογία, που διεκδικεί για αυτήν μόνο το προφητικό χάρισμα της Εκκλησίας. 
Γενικότερα, για όλα τα θέματα απαιτείται μία ευρύτερη συναίνεση, η οποία θα στηρίζεται στην Αγιογραφική και Αγιοπατερική Παράδοση και θα ευαρεστεί το αίσθημα του πληρώματος της Εκκλησίας, του λαού του Θεού. 
Του λαού, που κρίνει και διαφυλάσσει με μαρτυρικό τρόπο από τα αρχαία χριστιανικά χρόνια την αλήθεια του ευαγγελίου.
Ολοκληρώνοντας, θέλαμε να τονίσουμε ότι στον αγώνα της Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο δεν περισσεύει κανείς. Μόνο με ομόνοια, κατανόηση, διάλογο και ταπείνωση θα μπορέσουμε να μείνουμε ενωμένοι. 
Ο κίνδυνος σχισμάτων και διαιρέσεων είναι ορατός. Το μάθημα των Θρησκευτικών, η πρωϊνή προσευχή, η κατεύθυνση Ισλαμικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο, η Πανορθόδοξη Σύνοδος είναι ορισμένα εξόχως σοβαρά θέματα, για τα οποία δεν μπορούμε προς το παρόν να συμφωνήσουμε, γιατί λίγο ή πολύ όλοι θέλουμε να προβάλλουμε και να υπερασπιστούμε τις δικές μας θέσεις. 
Εάν, όμως, δεν ομονοήσουμε με αγάπη - Θεός φυλάξοι – ελλοχεύει ο κίνδυνος να εκδηλωθούν καινούρια σχίσματα εντός της Εκκλησίας. 
Και με τον τρόπο αυτό αντί για την επιδιωκόμενη ενότητα με τους ετεροδόξους ίσως δούμε νέες διαιρέσεις.
Ο Θεός να φυλάξει, να φωτίσει και να καθοδηγήσει.

[1] Α΄ Κορ. 1, 10 – 13
[2] Ιω. 17, 11

stin-enoria.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: