Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

Τὸ χαροποιὸ πένθος καὶ οἱ μυστικοὶ καρποί του. (Δ) Τοῦ κ. Φώτη Κόντογλου. Ἐλευθερία, 20-1-1963

Τό χαροποιό πένθος και οι μυστικοί καρποί του (Δ΄).  

Του κ. Φώτη Κόντογλου. Ελευθερία, 20-1-1963


            νάμεσα στος γίους πο επαμε πς νοιώσανε τ χαροποιν πένθος κα γράψανε γι’ ατό, εναι κι’ γιος Συμεών, λεγόμενος Νέος Θεολόγος.

            Ατς γιος εναι πολ βασανισμένος κα πικραμένος, κα χυσε πολλ δάκρυα στ ζωή του. Γεννήθηκε χίλια χρόνια στερ’ π τν Χριστό, σ’ να χωρι τς Παφλαγονίας, πο εναι μία χώρα τς Μικρς σίας κατ τ Μαύρη θάλασσα. π μικρς γάπησε τ θρησκευτικά. Ο γονο το τν στείλανε στν Κωνσταντινούπολη, πειδ εχε κε ναν θεο πο τανε νθρωπος το παλατιο, κ’ κενος τν στειλε στ σχολει γι ν σπουδάση κα ν τν βάλη στ παλάτι. λλ Συμεν δν θελε ν μάθη πολλ πράγματα, πειδ τ νόμιζε νώφελα. κενος συναναστρεφότανε μ καλόγερους κα μ ελαβες
νθρώπους, κι’ ατ συναναστροφ τανε χαρά του. Τέλος, γινε δόκιμος στ φημισμένο μοναστήρι το Στουδίου, κάτω π τν δηγία νς γιασμένου γέροντα, πο τν λέγανε κι’ ατν Συμεών. στερ’ π λίγα χρόνια γινε κάποια σύγχυση στ μοναστήρι, κα τότε τν πρε γέροντά του κα πήγανε στ μοναστήρι το γίου Μάμαντος. κε πρε τ μοναχικν σχμα, πο τόσο τ ποθοσε, κ’ πιδόθηκε σ’ λότελη νηστεία κα σ διάκοπη προσευχή, σν ν μν εχε σμα, τόσο πο πόρησαν ο πατέρες. Στ μοναστήρι εχε γι ργόχειρο τν καλλιγραφία. Περνώντας λίγα χρόνια, πέθανε γούμενος το μοναστηριο, κα τότε τν χειροτονήσανε ερέα κα τν κλέξανε γούμενο, θελά του.
            Μ τ ξίωμα πο πρε, μεγάλωσε γιότητά του κα πλήθυνε ταπείνωσή του. Ο μαθητάδες το βλέπανε, πολλς φορές, ν τν σκεπάζη μία φωτειν νεφέλη, τν ρα πο κανε τ λειτουργία.
            Μ’ λο πο τανε λιγογράμματος, μ τ θεία φώτιση το γίου Πνεύματος γραφε λόγους θεολογικούς, πιστολς στος μαθητές του, γιασμένα ποιήματα. γραφε λη τη νύχτα. 
            γιότητά του ξακούσθηκε, κα προστρέχανε πολλο π παντο ν πάρουνε τν ελογία του κα ν φεληθονε π τ λόγια του. π τος μαθητάδες το ο πλέον θαυμαστο τανε Λέων σοφώτατος, λεγόμενος Ξυλοκώδων, ντώνιος, Βασίλειος, Σωτήριχος, ωαννίκιος, Συμεών, ερόθεος, κα Νικήτας Στηθάτος, πο γραψε κα τν βίον του.
            Μ φθονερς κα παμπόνηρος διάβολος δν ργησε ν σηκώση καταπάνω το μεγάλη νεμοζάλη. Γιατί, κούγοντας τ φήμη τς γιωσύνης το κάποιοι σπουδασμένοι κληρικοί, π’ κείνους πο γνωρίζουνε γράμματα νεκρά, χωρς πίστη κα χωρς ργα θεάρεστα, τν μισήσανε κα θελήσανε ν τν ξοντώσουνε. χειρότερος κι’ πι πικίνδυνος τανε νας Στέφανος, μητροπολίτης Νικομηδίας, πο εχε φήσει τν παρχία του κα καθότανε στν Πύλη. Ατς τανε πολ σπουδασμένος στν κοσμικ φιλοσοφία, κα το κακοφάνηκε γιατί γιος Συμεών, γράμματος, πόχτησε τόση τιμ στν λαό. Κι’ πειδ εχε πολιτικ δύναμη κα πολλ παρρησία στν Πατριάρχη, ρχισε ν πολεμ μ κάθε τρόπο τν γιο. Ο διωγμο κα τ βάσανα πο πέφερε, δν περιγράφονται. λλ στ τέλος, νίκησε δίκαιος, κα σν κοιμήθη, στερ’ π πολλ θαύματα πο κανε, νακηρύχθηκε γιος, κι νομάσθηκε «Νέος Θεολόγος», τρίτος στερ΄π τν ωάννη τν Εαγγελιστ κα τν Γρηγόριο τν Ναζιανζηνό.
            Ατς λοιπν γιος χυσε πολλ δάκρυα στ ζωή του, κ’ γραψε πολλ γι τ χαροποι δάκρυ. δο λιγοστά:
            «ς ποθήσουμε μ λη τν ψυχή μας κενα πού μας προστάζει Θεός, φτώχεια πνευματική, δηλαδ ταπείνωση, κα παντοτιν θλίψη, νύχτα κα μέρα, π’ που ναβρύζει κάθε στιγμ χαρ τς ψυχς κ’ παρηγορι σ κείνους πο γαπονε τν Θεό. Γιατί, π’ ατ τ θλίψη ποχτιέται πραότητα π’ λους κείνους πο γωνίζουνται ληθινά. π τ πένθος «πεινονε κα διψονε τν δικαιοσύνη», γουν λες τς ρετές, κα ζητονε πάντα τ βασιλεία το Θεο, πο ξεπερν κάθε νο νθρώπινον. π τν παντοτιν θλίψη γίνουνται κ’ λεήμονες κα καθαρο στν καρδι κα ερηνοποιο κι’ νδρεοι στος πειρασμούς. ταν κανες χει τ πένθος μέσα του, μισε τ κακά. π τ πένθος νάβει στν ψυχ θεϊκς ζλος, κα δν τν φήνει πι ν συχάση λότελα, ετε ν γυρίση στ κακ μαζ μ τος κακούς. λλ τν γεμίζει π νδρεία κα δύναμη στ ν κάνη πομον ς τ τέλος στος πειρασμούς». Σ λλο μέρος γράφει: «Πρν π τ πένθος γι τν Θεό, εναι ταπείνωση, κ’ στερ’ π ατ κολουθε χαρ κ’ εφροσύνη νέκφραστη. Κα γύρω στν ταπείνωση πο γίνεται γι τν Θεό, φυτρώνει λπίδα τς σωτηρίας. Γιατί, σο κρίνει κανένας μ’ λη τν ψυχ το τν αυτ το πι μαρτωλν π’ λους τους νθρώπους, τόσο πληθαίνει μαζ μ τν ταπείνωση λπίδα, κι’ νθίζει μέσα στν καρδιά του, κα τν πληροφορε πς μέλλει ν σωθ μ τν ταπείνωση. σο κατεβαίνει κανένας σ βάθος ταπείνωσης κα καταδικάζει κα κρίνει τν αυτό του γι νάξιο ν σωθ, τόσο πικραίνεται κα βγάζει πηγς π δάκρυα, κα κατ’ ναλογία μ τ δάκρυα κα μ τ θλίψη το ναβρύζει στν καρδιά του πνευματικ χαρά, κα μαζ μ’ ατ ναβρύζει κι’ λπίδα, κα μεγαλώνει μαζί της κα δίνει τν πληροφορία βεβαιότερη». λλο γράφει: «Πρέπει καθένας ν στοχάζεται τν αυτό του κα ν προσέχη μ φρονιμάδα, στε οτε ν χη τ θάρρος το μοναχ στν λπίδα, χωρς τ πένθος κα τν ταπείνωση, οτε πάλι ν θαρρεύεται στν ταπεινοφροσύνη κα στ δάκρυα, χωρς τν πνευματικ λπίδα κα χαρά, πο ρχουνται μαζ μ τ’ λλα». Κα σ’ λλο μέρος πάλι γράφει: «Γίνεται κα λύπη χωρς πνευματικ ταπείνωση, κ’ σοι θλίβουνται τσι, νομίζουνε πς ατ τ πένθος καθαρίζει τς μαρτίες. λλ μάταια πλανιονται, πειδ εναι στερημένοι π τ γλυκύτητα το Πνεύματος, πο γίνεται μυστικ μέσα στ νοερ θησαυροφυλάκιο τς ψυχς, κα δν πογεύουνται π τ χρηστότητα το Κυρίου. Γι τοτο ο τέτοιοι νθρωποι νάβουνε γλήγορα κα θυμώνουνε, κα δν μπορονε ν καταφρονήσουνε λότελα τν κόσμο κα τ το κόσμου. ποιος μως δν τ καταφρονήσει κα δν ποκτήσει μίσος γι’ ατά, λόψυχα, δν εναι δυνατ ν’ ποκτήση ποτ βέβαιη κι’ δίσταχτη λπίδα πς θ σωθ, λλ τριγυρίζει παντοτειν μ μφιβολία δ κι’ κε, πειδ δν βαλε θεμέλιο πάνω σ πέτρα». Κα πάλι λέγει γιος: «Τ πένθος εναι διπλ κατ τς νέργειες: σν νερ σβήνει μ τ δάκρυα λη τη φλόγα τν παθν, κα ξεπλύνει τν ψυχ π τν μολυσμ πο προξενονε στν ψυχή, κα πάλι σν φωτι ζωοποιε, μ τν παρουσία το γίου Πνεύματος, κα πυρώνει κα ζεσταίνει τν καρδιά, κα τν νάβει μ τν ρωτα κα μ τν πόθο το Θεο». Κι’ λλο πάλι γράφει: «ποιος συλλογίζεται μ ασθηση τς ψυχς πς εναι νάξιος ν δεχθ τν Θεό, κα πς πολιτεία του, σο καλ κι’ ν εναι, εναι τιποτένια μπροστ στν πολιτεία τν γίων, χωρς λλο θ πενθήση μ τ πένθος κενο πο εναι ληθιν μακαριώτατο, π’ που ρχεται κ’ παρηγοριά, κα κάνει τν ψυχ πραεία. Γιατί, χαρ πο ρχεται π τ θλίψη, εναι ρραβώνας τς βασιλείας τν ορανν». λλο λέγει: «που πάρχει ταπεινοφροσύνη, κε εναι κ’ φώτιση το γίου Πνεύματος. Κι’ που εναι φώτιση το γίου Πνεύματος, κε εναι κα φωτοχυσία το Θεο κα Θες μ σοφία κα γνώση τν μυστηρίων του. Κι’ που εναι ατά, κε εναι βασιλεία τν ορανν, κ’ γνώση τς βασιλείας, κ’ ο θησαυρο τς γνώσης το Θεο, πο μέσα τους εναι κα τ φανέρωμα τς πνευματικς φτώχειας. Κι’ που πάρχει ασθηση τς πνευματικς φτώχειας, κε εναι κα τ χαρούμενο πένθος, κε εναι κα τ παντοτειν τ δάκρυα, πο καθαρίζουν κείνη τν ψυχ που τ’ γαπ, κα τν κάνουνε λόκληρη ν φεγγοβολ. , δάκρυα πο ναβλύζετε π θεϊκν φωτισμό, κι’ νοίγετε τν οραν κα μο προξεντε θεϊκ παρηγοριά! Γιατί π τν χαρ κι’ π τν πόθο πο χω, λέγω πάλι κα πολλς φορς τ δια; Γιατί, που εναι πλθος π ληθιν γνώση, κε εναι κα λάμψη θείου φωτός, κι’ που εναι λάμψη θείου φωτός, κε βρίσκουνται κ’ λα τ καλά, π’ που προέρχονται λοι ο καρπο τς ζως. π τ δάκρυα γι τν Χριστ βγαίνουνε τοτοι ο καρποί: πραότητα, ερήνη, λεημοσύνη, εσπλαγχνία, χρηστότητα, γαθωσύνη, πίστη, γκράτεια. π τ δάκρυα βγαίνει τ ν γαπ κανένας τος χθρούς του κα ν παρακαλ τν Θε γι’ ατούς, τ ν χαίρεται στος πειρασμούς, τ ν καυχιέται στς θλίψεις, τ ν στοχάζεται σν δικές του τς μαρτίες τν λλουνν κα ν κλαίγη γι’ ατές, τ ν βάζη προθυμερ τ ζωή του σ θάνατο γι τος δελφούς του».
            Λοιπόν, φίλοι μου ναγνστες, ατ εναι ελογημένη, σίγουρη χαρά, χαρ πο δίνει Χριστς σ’κείνους πο τν γαπον μ λη τν καρδιά τους κα μ λη τη διάνοιά τους κα μ λη τν ψυχή τους. Ατ ληθιν χαρ χει μαζί της κα τν ληθιν γάπη. Κ’ γάπη το Θεο, πως λέγει νας γιος, εναι πι δυνατ π τούτη τ ζωή, κι’ ποιος τ δοκίμασε, χι μοναχ δν θ προσέχη πι στ καλά του κόσμου, λλ μήτε τ ζωή του θ λογαριάζη.
            νθρωπος πο κολούθησε τν δρόμο το Χριστο, κα ζ λοένα μ τ θύμησή του, δ μπορρ ν μν χη λύπη κα πίκρα καθημερινή. λλά, ν ο λλοι νθρωποι ποφεύγουνε τς θλίψεις, Χριστιανς τς δέχεται εχάριστα κ’ πομονητικά, γιατί ξέρει πς εναι δρα το Θεο, πειδ ο θλίψεις γεννονε τν ταπείνωση, πως λέγει νας γιος. Δν θέλει Θες τν ψυχ ν εναι ξέγνοιαστη, κ’ ποιος θέλει ν ζ ξέγνοιαστα, βρίσκεται ξω π τ θέλημα το Θεο. ποιος χει τν δέα πς κάνει τ θέλημα το Θεο χωρς πίκρες, ατς εναι περήφανος, κα εναι πλανημένος. Γιατί εσέβεια κ’ ο θλίψεις εναι μαζ μπλεγμένες. Πρόσεξε, μως, ν μ νομίσης πς κάθε λύπη μας νοίγει τν πύλη τς εσπλαγχνίας το Θεο, λλ μοναχ κενες πο ποφέρνουμε γι τν γάπη Του. Κα γνωρίζει Κύριος πς δν εναι δυνατ ν ζομε μ τ σωματικ νάπαυση, κα ν μαστε σταθερο στν γάπη Του.
            «Δόξα στν Δεσπότη μας Χριστό, πού μας χαρίζει τ χαρ τς ψυχικς γείας μ στυφ κα πικρ γιατρικά».

Δεν υπάρχουν σχόλια: