Τό χαροποιό πένθος και οι μυστικοί καρποί του (Δ΄).
Του κ. Φώτη Κόντογλου. Ελευθερία, 20-1-1963
Ἀνάμεσα στοὺς ἁγίους ποὺ εἴπαμε πὼς νοιώσανε τὸ χαροποιὸν πένθος καὶ γράψανε γι’ αὐτό, εἶναι κι’ ὁ ἅγιος Συμεών, ὁ λεγόμενος Νέος Θεολόγος.
Αὐτὸς ὁ ἅγιος εἶναι πολὺ βασανισμένος καὶ πικραμένος, καὶ ἔχυσε πολλὰ δάκρυα στὴ ζωή του. Γεννήθηκε χίλια χρόνια ὓστερ’ ἀπὸ τὸν Χριστό, σ’ ἕνα χωριὸ τῆς Παφλαγονίας, ποὺ εἶναι μία χώρα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας κατὰ τὴ Μαύρη θάλασσα. Ἀπὸ μικρὸς ἀγάπησε τὰ θρησκευτικά. Οἱ γονοὶ τοῦ τὸν στείλανε στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐπειδὴ εἶχε ἐκεῖ ἕναν θεῖο ποὺ ἤτανε ἄνθρωπος τοῦ παλατιοῦ, κ’ ἐκεῖνος τὸν ἔστειλε στὸ σχολειὸ γιὰ νὰ σπουδάση καὶ νὰ τὸν βάλη στὸ παλάτι. Ἀλλὰ ὁ Συμεὼν δὲν ἤθελε νὰ μάθη πολλὰ πράγματα, ἐπειδὴ τὰ νόμιζε ἀνώφελα. Ἐκεῖνος συναναστρεφότανε μὲ καλόγερους καὶ μὲ εὐλαβεῖς
ἀνθρώπους, κι’ αὐτὴ ἡ συναναστροφὴ ἤτανε ἡ χαρά του. Τέλος, ἔγινε δόκιμος στὸ φημισμένο μοναστήρι τοῦ Στουδίου, κάτω ἀπὸ τὴν ὁδηγία ἑνὸς ἁγιασμένου γέροντα, ποὺ τὸν λέγανε κι’ αὐτὸν Συμεών. Ὓστερ’ ἀπὸ λίγα χρόνια ἔγινε κάποια σύγχυση στὸ μοναστήρι, καὶ τότε τὸν πῆρε ὁ γέροντά του καὶ πήγανε στὸ μοναστήρι τοῦ ἁγίου Μάμαντος. Ἐκεῖ ἐπῆρε τὸ μοναχικὸν σχῆμα, ποὺ τόσο τὸ ποθοῦσε, κ’ ἐπιδόθηκε σ’ ὁλότελη νηστεία καὶ σὲ ἀδιάκοπη προσευχή, σὰν νὰ μὴν εἶχε σῶμα, τόσο ποὺ ἀπόρησαν οἱ πατέρες. Στὸ μοναστήρι εἶχε γιὰ ἐργόχειρο τὴν καλλιγραφία. Περνώντας λίγα χρόνια, πέθανε ὁ ἡγούμενος τοῦ μοναστηριοῦ, καὶ τότε τὸν χειροτονήσανε ἱερέα καὶ τὸν ἐκλέξανε ἡγούμενο, ἄθελά του.
ἀνθρώπους, κι’ αὐτὴ ἡ συναναστροφὴ ἤτανε ἡ χαρά του. Τέλος, ἔγινε δόκιμος στὸ φημισμένο μοναστήρι τοῦ Στουδίου, κάτω ἀπὸ τὴν ὁδηγία ἑνὸς ἁγιασμένου γέροντα, ποὺ τὸν λέγανε κι’ αὐτὸν Συμεών. Ὓστερ’ ἀπὸ λίγα χρόνια ἔγινε κάποια σύγχυση στὸ μοναστήρι, καὶ τότε τὸν πῆρε ὁ γέροντά του καὶ πήγανε στὸ μοναστήρι τοῦ ἁγίου Μάμαντος. Ἐκεῖ ἐπῆρε τὸ μοναχικὸν σχῆμα, ποὺ τόσο τὸ ποθοῦσε, κ’ ἐπιδόθηκε σ’ ὁλότελη νηστεία καὶ σὲ ἀδιάκοπη προσευχή, σὰν νὰ μὴν εἶχε σῶμα, τόσο ποὺ ἀπόρησαν οἱ πατέρες. Στὸ μοναστήρι εἶχε γιὰ ἐργόχειρο τὴν καλλιγραφία. Περνώντας λίγα χρόνια, πέθανε ὁ ἡγούμενος τοῦ μοναστηριοῦ, καὶ τότε τὸν χειροτονήσανε ἱερέα καὶ τὸν ἐκλέξανε ἡγούμενο, ἄθελά του.
Μὲ τὸ ἀξίωμα ποὺ πῆρε, μεγάλωσε ἡ ἁγιότητά του καὶ πλήθυνε ἡ ταπείνωσή του. Οἱ μαθητάδες τοῦ βλέπανε, πολλὲς φορές, νὰ τὸν σκεπάζη μία φωτεινὴ νεφέλη, τὴν ὥρα ποὺ ἔκανε τὴ λειτουργία.
Μ’ ὅλο ποὺ ἤτανε ὀλιγογράμματος, μὲ τὴ θεία φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔγραφε λόγους θεολογικούς, ἢ ἐπιστολὲς στοὺς μαθητές του, ἢ ἁγιασμένα ποιήματα. Ἔγραφε ὅλη τη νύχτα.
Ἡ ἁγιότητά του ξακούσθηκε, καὶ προστρέχανε πολλοὶ ἀπὸ παντοῦ νὰ πάρουνε τὴν εὐλογία του καὶ νὰ ὠφεληθοῦνε ἀπὸ τὰ λόγια του. Ἀπὸ τοὺς μαθητάδες τοῦ οἱ πλέον θαυμαστοὶ ἤτανε ὁ Λέων ὁ σοφώτατος, ὁ λεγόμενος Ξυλοκώδων, ὁ Ἀντώνιος, ὁ Βασίλειος, ὁ Σωτήριχος, ὁ Ἰωαννίκιος, ὁ Συμεών, ὁ Ἰερόθεος, καὶ ὁ Νικήτας Στηθάτος, ποὺ ἔγραψε καὶ τὸν βίον του.
Μὰ ὁ φθονερὸς καὶ παμπόνηρος διάβολος δὲν ἄργησε νὰ σηκώση καταπάνω τοῦ μεγάλη ἀνεμοζάλη. Γιατί, ἀκούγοντας τὴ φήμη τῆς ἁγιωσύνης τοῦ κάποιοι σπουδασμένοι κληρικοί, ἀπ’ ἐκείνους ποὺ γνωρίζουνε γράμματα νεκρά, χωρὶς πίστη καὶ χωρὶς ἔργα θεάρεστα, τὸν μισήσανε καὶ θελήσανε νὰ τὸν ἐξοντώσουνε. Ὁ χειρότερος κι’ ὁ πιὸ ἐπικίνδυνος ἤτανε ἕνας Στέφανος, μητροπολίτης Νικομηδίας, ποὺ εἶχε ἀφήσει τὴν ἐπαρχία του καὶ καθότανε στὴν Πύλη. Αὐτὸς ἤτανε πολὺ σπουδασμένος στὴν κοσμικὴ φιλοσοφία, καὶ τοῦ κακοφάνηκε γιατί ὁ ἅγιος Συμεών, ὁ ἀγράμματος, ἀπόχτησε τόση τιμὴ στὸν λαό. Κι’ ἐπειδὴ εἶχε πολιτικὴ δύναμη καὶ πολλὴ παρρησία στὸν Πατριάρχη, ἄρχισε νὰ πολεμᾶ μὲ κάθε τρόπο τὸν ἅγιο. Οἱ διωγμοὶ καὶ τὰ βάσανα ποὺ ὑπέφερε, δὲν περιγράφονται. Ἀλλὰ στὸ τέλος, νίκησε ὁ δίκαιος, καὶ σὰν ἐκοιμήθη, ὓστερ’ ἀπὸ πολλὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, ἀνακηρύχθηκε ἅγιος, κι ὠνομάσθηκε «Νέος Θεολόγος», τρίτος ὕστερ΄ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν Εὐαγγελιστὴ καὶ τὸν Γρηγόριο τὸν Ναζιανζηνό.
Αὐτὸς λοιπὸν ὁ ἅγιος ἔχυσε πολλὰ δάκρυα στὴ ζωή του, κ’ ἔγραψε πολλὰ γιὰ τὸ χαροποιὸ δάκρυ. Ἰδοὺ λιγοστά:
«Ἂς ποθήσουμε μὲ ὅλη τὴν ψυχή μας ἐκεῖνα πού μας προστάζει ὁ Θεός, φτώχεια πνευματική, δηλαδὴ ταπείνωση, καὶ παντοτινὴ θλίψη, νύχτα καὶ μέρα, ἀπ’ ὅπου ἀναβρύζει κάθε στιγμὴ ἡ χαρὰ τῆς ψυχῆς κ’ ἡ παρηγοριὰ σὲ ἐκείνους ποὺ ἀγαποῦνε τὸν Θεό. Γιατί, ἀπ’ αὐτὴ τὴ θλίψη ἀποχτιέται ἡ πραότητα ἀπ’ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀγωνίζουνται ἀληθινά. Ἀπὸ τὸ πένθος «πεινοῦνε καὶ διψοῦνε τὴν δικαιοσύνη», ἤγουν ὅλες τὶς ἀρετές, καὶ ζητοῦνε πάντα τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ποὺ ξεπερνᾶ κάθε νοῦ ἀνθρώπινον. Ἀπὸ τὴν παντοτινὴ θλίψη γίνουνται κ’ ἐλεήμονες καὶ καθαροὶ στὴν καρδιὰ καὶ εἰρηνοποιοὶ κι’ ἀνδρεῖοι στοὺς πειρασμούς. Ὅταν κανεὶς ἔχει τὸ πένθος μέσα του, μισεῖ τὰ κακά. Ἀπὸ τὸ πένθος ἀνάβει στὴν ψυχὴ ὁ θεϊκὸς ζῆλος, καὶ δὲν τὴν ἀφήνει πιὰ νὰ ἡσυχάση ὁλότελα, εἴτε νὰ γυρίση στὸ κακὸ μαζὶ μὲ τοὺς κακούς. Ἀλλὰ τὴν γεμίζει ἀπὸ ἀνδρεία καὶ δύναμη στὸ νὰ κάνη ὑπομονὴ ὡς τὸ τέλος στοὺς πειρασμούς». Σὲ ἄλλο μέρος γράφει: «Πρὶν ἀπὸ τὸ πένθος γιὰ τὸν Θεό, εἶναι ἡ ταπείνωση, κ’ ὓστερ’ ἀπὸ αὐτὸ ἀκολουθεῖ χαρὰ κ’ εὐφροσύνη ἀνέκφραστη. Καὶ γύρω στὴν ταπείνωση ποὺ γίνεται γιὰ τὸν Θεό, φυτρώνει ἡ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας. Γιατί, ὅσο κρίνει κανένας μ’ ὅλη τὴν ψυχὴ τοῦ τὸν ἑαυτὸ τοῦ πιὸ ἁμαρτωλὸν ἀπ’ ὅλους τους ἀνθρώπους, τόσο πληθαίνει μαζὶ μὲ τὴν ταπείνωση ἡ ἐλπίδα, κι’ ἀνθίζει μέσα στὴν καρδιά του, καὶ τὴν πληροφορεῖ πὼς μέλλει νὰ σωθῆ μὲ τὴν ταπείνωση. Ὅσο κατεβαίνει κανένας σὲ βάθος ταπείνωσης καὶ καταδικάζει καὶ κρίνει τὸν ἑαυτό του γιὰ ἀνάξιο νὰ σωθῆ, τόσο πικραίνεται καὶ βγάζει πηγὲς ἀπὸ δάκρυα, καὶ κατ’ ἀναλογία μὲ τὰ δάκρυα καὶ μὲ τὴ θλίψη τοῦ ἀναβρύζει στὴν καρδιά του ἡ πνευματικὴ χαρά, καὶ μαζὶ μ’ αὐτὴ ἀναβρύζει κι’ ἡ ἐλπίδα, καὶ μεγαλώνει μαζί της καὶ δίνει τὴν πληροφορία βεβαιότερη». Ἀλλοῦ γράφει: «Πρέπει καθένας νὰ στοχάζεται τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ προσέχη μὲ φρονιμάδα, ὥστε οὔτε νὰ ἔχη τὸ θάρρος τοῦ μοναχὰ στὴν ἐλπίδα, χωρὶς τὸ πένθος καὶ τὴν ταπείνωση, οὔτε πάλι νὰ θαρρεύεται στὴν ταπεινοφροσύνη καὶ στὰ δάκρυα, χωρὶς τὴν πνευματικὴ ἐλπίδα καὶ χαρά, ποὺ ἔρχουνται μαζὶ μὲ τ’ ἄλλα». Καὶ σ’ ἄλλο μέρος πάλι γράφει: «Γίνεται καὶ λύπη χωρὶς πνευματικὴ ταπείνωση, κ’ ὅσοι θλίβουνται ἔτσι, νομίζουνε πὼς αὐτὸ τὸ πένθος καθαρίζει τὶς ἁμαρτίες. Ἀλλὰ μάταια πλανιοῦνται, ἐπειδὴ εἶναι στερημένοι ἀπὸ τὴ γλυκύτητα τοῦ Πνεύματος, ποὺ γίνεται μυστικὰ μέσα στὸ νοερὸ θησαυροφυλάκιο τῆς ψυχῆς, καὶ δὲν ἀπογεύουνται ἀπὸ τὴ χρηστότητα τοῦ Κυρίου. Γιὰ τοῦτο οἱ τέτοιοι ἄνθρωποι ἀνάβουνε γλήγορα καὶ θυμώνουνε, καὶ δὲν μποροῦνε νὰ καταφρονήσουνε ὁλότελα τὸν κόσμο καὶ τὰ τοῦ κόσμου. Ὅποιος ὅμως δὲν τὰ καταφρονήσει καὶ δὲν ἀποκτήσει μίσος γι’ αὐτά, ὁλόψυχα, δὲν εἶναι δυνατὸ ν’ ἀποκτήση ποτὲ βέβαιη κι’ ἀδίσταχτη ἐλπίδα πὼς θὰ σωθῆ, ἀλλὰ τριγυρίζει παντοτεινὰ μὲ ἀμφιβολία ἐδῶ κι’ ἐκεῖ, ἐπειδὴ δὲν ἔβαλε θεμέλιο ἀπάνω σὲ πέτρα». Καὶ πάλι λέγει ὁ ἅγιος: «Τὸ πένθος εἶναι διπλὸ κατὰ τὶς ἐνέργειες: σὰν νερὸ σβήνει μὲ τὰ δάκρυα ὅλη τη φλόγα τῶν παθῶν, καὶ ξεπλύνει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὸν μολυσμὸ ποὺ προξενοῦνε στὴν ψυχή, καὶ πάλι σὰν φωτιὰ ζωοποιεῖ, μὲ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ πυρώνει καὶ ζεσταίνει τὴν καρδιά, καὶ τὴν ἀνάβει μὲ τὸν ἔρωτα καὶ μὲ τὸν πόθο τοῦ Θεοῦ». Κι’ ἀλλοῦ πάλι γράφει: «Ὅποιος συλλογίζεται μὲ αἴσθηση τῆς ψυχῆς πὼς εἶναι ἀνάξιος νὰ δεχθῆ τὸν Θεό, καὶ πὼς ἡ πολιτεία του, ὅσο καλὴ κι’ ἂν εἶναι, εἶναι τιποτένια μπροστὰ στὴν πολιτεία τῶν ἁγίων, χωρὶς ἄλλο θὰ πενθήση μὲ τὸ πένθος ἐκεῖνο ποὺ εἶναι ἀληθινὰ μακαριώτατο, ἀπ’ ὅπου ἔρχεται κ’ ἡ παρηγοριά, καὶ κάνει τὴν ψυχὴ πραεία. Γιατί, ἡ χαρὰ ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὴ θλίψη, εἶναι ὁ ἀρραβώνας τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν». Ἀλλοῦ λέγει: «Ὅπου ὑπάρχει ταπεινοφροσύνη, ἐκεῖ εἶναι κ’ ἡ φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κι’ ὅπου εἶναι φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐκεῖ εἶναι καὶ φωτοχυσία τοῦ Θεοῦ καὶ Θεὸς μὲ σοφία καὶ γνώση τῶν μυστηρίων του. Κι’ ὅπου εἶναι αὐτά, ἐκεῖ εἶναι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, κ’ ἡ γνώση τῆς βασιλείας, κ’ οἱ θησαυροὶ τῆς γνώσης τοῦ Θεοῦ, ποὺ μέσα τους εἶναι καὶ τὸ φανέρωμα τῆς πνευματικῆς φτώχειας. Κι’ ὅπου ὑπάρχει αἴσθηση τῆς πνευματικῆς φτώχειας, ἐκεῖ εἶναι καὶ τὸ χαρούμενο πένθος, ἐκεῖ εἶναι καὶ τὰ παντοτεινὰ τὰ δάκρυα, ποὺ καθαρίζουν ἐκείνη τὴν ψυχὴ ὅπου τ’ ἀγαπᾶ, καὶ τὴν κάνουνε ὁλόκληρη νὰ φεγγοβολᾶ. Ὤ, δάκρυα ποὺ ἀναβλύζετε ἀπὸ θεϊκὸν φωτισμό, κι’ ἀνοίγετε τὸν οὐρανὸ καὶ μοῦ προξενᾶτε θεϊκὴ παρηγοριά! Γιατί ἀπὸ τὴν χαρὰ κι’ ἀπὸ τὸν πόθο ποὺ ἔχω, λέγω πάλι καὶ πολλὲς φορὲς τὰ ἴδια; Γιατί, ὅπου εἶναι πλῆθος ἀπὸ ἀληθινὴ γνώση, ἐκεῖ εἶναι καὶ λάμψη θείου φωτός, κι’ ὅπου εἶναι λάμψη θείου φωτός, ἐκεῖ βρίσκουνται κ’ ὅλα τὰ καλά, ἀπ’ ὅπου προέρχονται ὅλοι οἱ καρποὶ τῆς ζωῆς. Ἀπὸ τὰ δάκρυα γιὰ τὸν Χριστὸ βγαίνουνε τοῦτοι οἱ καρποί: ἡ πραότητα, ἡ εἰρήνη, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ εὐσπλαγχνία, ἡ χρηστότητα, ἡ ἀγαθωσύνη, ἡ πίστη, ἡ ἐγκράτεια. Ἀπὸ τὰ δάκρυα βγαίνει τὸ νὰ ἀγαπᾶ κανένας τοὺς ἐχθρούς του καὶ νὰ παρακαλῆ τὸν Θεὸ γι’ αὐτούς, τὸ νὰ χαίρεται στοὺς πειρασμούς, τὸ νὰ καυχιέται στὶς θλίψεις, τὸ νὰ στοχάζεται σὰν δικές του τὶς ἁμαρτίες τῶν ἀλλουνῶν καὶ νὰ κλαίγη γι’ αὐτές, τὸ νὰ βάζη προθυμερὰ τὴ ζωή του σὲ θάνατο γιὰ τοὺς ἀδελφούς του».
Λοιπόν, φίλοι μου ἀναγνῶστες, αὐτὴ εἶναι ἡ εὐλογημένη, ἡ σίγουρη χαρά, ἡ χαρὰ ποὺ δίνει ὁ Χριστὸς σ’ἐκείνους ποὺ τὸν ἀγαποῦν μὲ ὅλη τὴν καρδιά τους καὶ μὲ ὅλη τη διάνοιά τους καὶ μὲ ὅλη τὴν ψυχή τους. Αὐτὴ ἡ ἀληθινὴ χαρὰ ἔχει μαζί της καὶ τὴν ἀληθινὴ ἀγάπη. Κ’ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέγει ἕνας ἅγιος, εἶναι πιὸ δυνατὴ ἀπὸ τούτη τὴ ζωή, κι’ ὅποιος τὴ δοκίμασε, ὄχι μοναχὰ δὲν θὰ προσέχη πιὰ στὰ καλά του κόσμου, ἀλλὰ μήτε τὴ ζωή του θὰ λογαριάζη.
Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀκολούθησε τὸν δρόμο τοῦ Χριστοῦ, καὶ ζῆ ὁλοένα μὲ τὴ θύμησή του, δὲ μπορρὶ νὰ μὴν ἔχη λύπη καὶ πίκρα καθημερινή. Ἀλλά, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι ἀποφεύγουνε τὶς θλίψεις, ὁ Χριστιανὸς τὶς δέχεται εὐχάριστα κ’ ὑπομονητικά, γιατί ξέρει πὼς εἶναι δῶρα τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ οἱ θλίψεις γεννοῦνε τὴν ταπείνωση, ὅπως λέγει ἕνας ἅγιος. Δὲν θέλει ὁ Θεὸς τὴν ψυχὴ νὰ εἶναι ἀξέγνοιαστη, κ’ ὅποιος θέλει νὰ ζῆ ἀξέγνοιαστα, βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος ἔχει τὴν ἰδέα πὼς κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ χωρὶς πίκρες, αὐτὸς εἶναι περήφανος, καὶ εἶναι πλανημένος. Γιατί ἡ εὐσέβεια κ’ οἱ θλίψεις εἶναι μαζὶ μπλεγμένες. Πρόσεξε, ὅμως, νὰ μὴ νομίσης πὼς κάθε λύπη μας ἀνοίγει τὴν πύλη τῆς εὐσπλαγχνίας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μοναχὰ ἐκεῖνες ποὺ ὑποφέρνουμε γιὰ τὴν ἀγάπη Του. Καὶ γνωρίζει ὁ Κύριος πὼς δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ζοῦμε μὲ τὴ σωματικὴ ἀνάπαυση, καὶ νὰ ἤμαστε σταθεροὶ στὴν ἀγάπη Του.
«Δόξα στὸν Δεσπότη μας Χριστό, πού μας χαρίζει τὴ χαρὰ τῆς ψυχικῆς ὑγείας μὲ στυφὰ καὶ πικρὰ γιατρικά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου