Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010

ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗ 26 – 9 – 2010

ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ 26 – 9 – 2010

ΕΟΡΤΑΖΕΤΑΙ Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ
ΙΩΑΝΝΟΥ, ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ.
 

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ
(Α΄ Ιω. δ΄, 12 – 19)
Θεὸν οὐδεὶς πώποτε τεθέαται· ἐὰν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦ τετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἡμῖν. ἐν τούτῳ γινώσκομεν ὅτι ἐν αὐτῷ μένομεν καὶ αὐτὸς ἐν ἡμῖν, ὅτι ἐκ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ δέδωκεν ἡμῖν. Καὶ ἡμεῖς τεθεάμεθα καὶ μαρτυροῦμεν ὅτι ὁ πατὴρ ἀπέσταλκε τὸν υἱὸν σωτῆρα τοῦ κόσμου. ὃς ἂν ὁμολογήσῃ ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ μένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ. καὶ ἡμεῖς ἐγνώκαμεν καὶ πεπιστεύκαμεν τὴν ἀγάπην ἣν ἔχει ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν. Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ. Ἐν τούτῳ τετελείωται ἡ ἀγάπη μεθ' ἡμῶν, ἵνα παρρησίαν ἔχωμεν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως, ὅτι καθὼς ἐκεῖνός ἐστι, καὶ ἡμεῖς ἐσμεν ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ. φόβος οὐκ ἔστιν ἐν τῇ ἀγάπῃ, ἀλλ' ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον, ὅτι ὁ φόβος κόλασιν ἔχει, ὁ δὲ φοβούμενος οὐ τετελείωται ἐν τῇ ἀγάπῃ. Ἡμεῖς ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς. 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ
(Ιω. ιθ΄, 25 - 27˙ κα΄, 24 – 25)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἱστήκεισαν παρὰ τῷ σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἡ ἀδελφὴ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, Μαρία ἡ τοῦ Κλωπᾶ καὶ Μαρία ἡ Μαγδαληνή. Ἰησοῦς οὖν ἰδὼν τὴν μητέρα καὶ τὸν μαθητὴν παρεστῶτα ὃν ἠγάπα, λέγει τῇ μητρί αὐτοῦ· Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου, εἶτα λέγει τῷ μαθητῇ· Ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου. καὶ ἀπ' ἐκείνης τῆς ὥρας ἔλαβεν ὁ μαθητὴς αὐτὴν εἰς τὰ ἴδια. Οὗτός ἐστιν ὁ μαθητὴς ὁ μαρτυρῶν περὶ τούτων καὶ γράψας ταῦτα, καὶ οἴδαμεν ὅτι ἀληθὴς ἐστιν ἡ μαρτυρία αὐτοῦ. Ἔστι δὲ καὶ ἄλλα πολλὰ ὅσα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς, ἅτινα ἐὰν γράφηται καθ' ἕν, οὐδὲ αὐτὸν οἶμαι τὸν κόσμον χωρῆσαι τὰ γραφόμενα βιβλία. Ἀμήν.

Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2010

ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ
19 – 9 – 2010

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ
(Γαλ. β΄ 16 – 20)
Ἀδελφοί˙ εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ
(Μρκ. η΄ 34 – 38. θ΄ 1)
Εἶπεν ὁ Κύριος˙ Ὅστις θέλει πίσω μου ἐλθεν, παρνησάσθω αυτν κα ράτω τν σταυρν ατο, κα κολουθείτω μοι. ς γρ ν θέλ τν ψυχν ατο σσαι, πολέσει ατήν· ς δ' ν πολέσ τν αυτο ψυχν νεκεν μο κα το εαγγελίου, οτος σώσει ατήν. τί γρ φελήσει νθρωπον ἐὰν κερδήσ τν κόσμον λον, κα ζημιωθ τν ψυχν ατο; τί δώσει νθρωπος ντάλλαγμα τς ψυχς ατο; ς γρ ἐὰν παισχυνθ με κα τος μος λόγους ν τ γενε ταύτ τ μοιχαλίδι κα μαρτωλ, κα υἱὸς το νθρώπου παισχυνθήσεται ατν ταν λθ ν τ δόξ το πατρς ατο μετ τν γγέλων τν γίων. Κα λεγεν ατος· μν λέγω μν τι εσί τινες δε τν στηκότων, οτινες ο μ γεύσωνται θανάτου ως ν δωσι τν βασιλείαν το Θεο ληλυθυαν ν δυνάμει. 

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Β΄ Κορ. 4, 6 – 15
Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς ὁ εἰπὼν ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ. 7 Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολὴ τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καὶ μὴ ἐξ ἡμῶν, 8 ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ' οὐ στενοχωρούμε-νοι, ἀπορούμενοι ἀλλ' οὐκ ἐξαπο-ρούμενοι, 9 διωκόμενοι ἀλλ' οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ' οὐκ ἀπολλύμενοι, 10 πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ. 11 ἀεὶ γὰρ ἡμεῖς οἱ ζῶντες εἰς θάνατον παραδιδόμεθα διὰ Ἰησοῦν, ἵνα καὶ ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ φανερωθῇ ἐν τῇ θνητῇ σαρκὶ ἡμῶν. 12 ὥστε ὁ μὲν θάνατος ἐν ἡμῖν ἐνεργεῖται, ἡ δὲ ζωὴ ἐν ὑμῖν. 13 ἔχοντες δὲ τὸ αὐτὸ πνεῦμα τῆς πίστεως κατὰ τὸ γεγραμμένον, ἐπίστευσα, διὸ ἐλάλησα, καὶ ἡμεῖς πιστεύομεν, διὸ καὶ λαλοῦμεν, 14 εἰδότες ὅτι ὁ ἐγείρας τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ ἡμᾶς διὰ Ἰησοῦ ἐγερεῖ καὶ παραστήσει σὺν ὑμῖν. 15 τὰ γὰρ πάντα δι' ὑμᾶς, ἵνα ἡ χάρις πλεονάσασα διὰ τῶν πλειόνων τὴν εὐχαριστίαν περισσεύσῃ εἰς τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ 
Μτ. 22, 35 – 46
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νομικός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ, πειράζων ατόν κα λέγων· 36 Διδάσκαλε, ποία ντολ μεγάλη ν τ νόμ; 37 δ ησος φη ατ· γαπήσεις Κύριον τν Θεόν σου ν λ τ καρδίᾳ σου κα ν λ τ ψυχ σου κα ν λ τ διανοίᾳ σου· 38 ατη στ πρώτη κα μεγάλη ντολή. 39 δευτέρα δ μοία ατ· γαπήσεις τν πλησίον σου ς σεαυτόν. 40 ν ταύταις τας δυσν ντολας λος νόμος κα ο προφται κρέμανται. 41 Συνηγμένων δ τν Φαρισαίων πηρώτησεν ατος ησος 42 λέγων· Τί μν δοκε περ το Χριστο; τίνος υἱός στι; λέγουσιν ατ· Το Δαυδ. 43 λέγει ατος· Πς ον Δαυδ ν Πνεύματι Κύριον καλε ατν λέγων, 44 επεν Κύριος τ Κυρίῳ μου, κάθου κ δεξιν μου ως ν θ τος χθρούς σου ποπόδιον τν ποδν σου; 45 ε ον Δαυδ καλε ατν Κύριον, πς υἱὸς ατο στι; 46 κα οδες δύνατο ατ ποκριθναι λόγον, οδ τόλμησέ τις π' κείνης τς μέρας περωτσαι ατν οκέτι.






Δέκατη πέμπτη Κυριακή του ευαγγελιστή Ματθαίου, σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, και ακούσαμε στην ευαγγελική περικοπή έναν διάλογο του Ιησού με κάποιον νομικό. Προσήλθε αυτός ο νομικός, ένας άνθρωπος με μοναδική ενασχόλησή του την ερμηνεία του νόμου, με διάθεση να πειράξει τον Χριστό και τον ρώτησε˙ ποιά εντολη είναι η μεγαλύτερη ανάμεσα στις εντολές του νόμου; Ο Ιησούς τότε του απάντησε˙ η εντολή της αγάπης. Και στη συνέχεια περιγράφει ο Κύριός μας στο ευαγγέλιο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της αγάπης. Η αγάπη αυτή εκτείνεται προς δύο κατευθύνσεις. Η μία κατεύθυνση είναι αγάπη προς τον Θεό και η άλλη αγάπη προς τον πλησίον. Μια αγάπη, που έχει το σχήμα του σταυρού. Ο κάθετος άξονας συμβολίζει την αγάπη προς τον Θεό, ενώ το άνοιγμα των χεριών του Κυρίου πάνω στο σταυρό στον οριζόντιο άξονα συμβολίζει την αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Όσον αφορά την αγάπη προς τον Θεό, η οποία είναι η πρώτη και μεγαλύτερη εντολή, πρέπει να είναι αγάπη με όλη μας την καρδιά, με όλη μας την ψυχή και με όλη μας τη διάνοια. Μια αγάπη που θα εμπνέει τη ζωή και τον αγώνα μας, ώστε να είναι αρεστά στον ουράνιο πατέρα μας. Μια αγάπη που θα καίει την καρδιά μας, ώστε να μην μπορούμε να ζήσουμε μακριά από τον Θεό. Αυτή την αγάπη είχαν οι μάρτυρες της Εκκλησίας, οι οποίοι θυσίαζαν την ίδια τη ζωή τους, προκειμένου να μη χωριστούν από τον Θεό. Και στο σημείο αυτό τίθεται το ερώτημα ποια είναι η δική μας αγάπη προς τον Θεό. Μήπως η αγάπη μας είναι χλιαρή ή ανύπαρκτη; Μήπως είναι ιδιοτελής; Μήπως είμαστε κοντά στον Θεό επειδή φοβόμαστε την κόλαση; Αν ναι τότε η αγάπη μας είναι σε πολύ πρώϊμο στάδιο και χρειάζεται καλλιέργεια, ώστε να φτάσουμε στο σημείο ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ να αγαπήσουμε τον Θεό. Και αν αυτό μας φαίνεται δύσκολο ή ακατόρθωτο ας το εναποθέσουμε προσευχητικά στη δική Του άμετρη αγάπη. Τότε ο πανάγαθος Θεός θα μας χαρίσει ως καρπό του Πνεύματος την αγάπη αυτή. Και με τον τρόπο αυτό περνάμε στη δεύτερη εντολή, ωστόσο το ίδιο σπουδαία με την πρώτη. Να αγαπάμε τον πλησίον ως σεαυτόν. Να αγαπάμε τον πλησίον σαν τον εαυτό μας, ή σύμφωνα με μία άλλη ερμηνεία ως εαυτό μας. Αν σκεφτούμε ότι η Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού με κεφαλή τον Ίδιο και μέλη του εμάς τους πιστούς, τότε ο πλησίον είναι μέλος του δικού μας σώματος και οφείλουμε να το φροντίζουμε με την ίδια επιμέλεια, όση δείχνουμε για τα δικά μας μέλη. Και στο σημείο αυτό τίθεται το ίδιο ερώτημα με παραπάνω˙ αγαπάμε τον πλησίον ως σεαυτόν; Είμαστε έτοιμοι να τον περιποιηθούμε, να τον ταΐσουμε, να τον ντύσουμε, να τον γιατρέψουμε, όπως θα κάναμε για τον εαυτό μας; Αν όχι, τότε η αγάπη μας έχει μεγάλα περιθώρια βελτίωσης. Και επειδή δεν είναι εύκολο πράγμα η επίτευξη της αγάπης αυτής η λύση είναι και πάλι να προσφύγουμε στο έλεος και την αγάπη του Θεού. Γιατί θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι χωρίς αγάπη δεν μπορούμε να σωθούμε. Για αυτό ακριβώς λέει ο Ιησούς ότι σε αυτές τις δύο εντολές κρέμεται ολόκληρος ο νόμος και η διδασκαλία των προφητών. Όλες οι αμαρτίες έχουν τη ρίζα τους στη μη τήρηση αυτών των εντολών. Γιατί, για παράδειγμα, δεν είναι δυνατό να αγαπάς τον Θεό και να τον υβρίζεις ή να αγαπάς τον συνάνθρωπο και να τον φονεύεις. Αντίθετα, η απαρχή και η ρίζα όλων των αρετών είναι η αγάπη. Γι’ αυτό έλεγε και ο μακάριος Παύλος ότι η αγάπη είναι ανώτερη από όλες τις αρετές, οι οποίες χωρίς αυτήν δεν έχουν καμιά αξία. Άλλωστε, ο σκοπός του χριστιανού δεν είναι μια ζωή εφαρμογής και τήρησης εντολών, ηθικών διατάξεων και απαγορεύσεων ούτε πάλι η απόκτηση των αρετών ως αυτοσκοπός. Όποιος βαδίζει στη ζωή του με αυτόν τον τρόπο δεν διαφέρει από τον νομικό της ευαγγελικής μας περικοπής. Ζει με το νομικίστικο, με το δικανικό τρόπο της δυτικής χριστιανωσύνης, που θεωρεί ότι ο Θεός με μια ακριβοδίκαιη πλάστιγγα θα ζυγίσει τα πάθη και τις αρετές μας και ανάλογα με το που θα γείρει θα πάει στον παράδεισο ή στην κόλαση. Ευτυχώς αυτό το πράγμα δεν ισχύει. Ο Θεός την ένδοξη και φοβερή εκείνη ημέρα θα μας ζητήσει λόγο μόνο για την αγάπη μας, όπως ακούμε στην παραβολή της τελικής κρίσης. Επομένως, ας ελευθερωθούμε από αυτό το νομικό πνεύμα και τον φόβο της κόλασης, και ας αγωνιστούμε τον αγώνα τον καλό και ευλογημένο ως απόρροια της αγάπης μας προς τον Θεό και τον πλησίον. Τότε θα αποκαλυφθεί μια άλλη ζωή, όπως ακριβώς την περιέγραψε ο απόστολος Παύλος στην Β΄ Προς Κορινθίους, στο αποστολικό ανάγνωσμα που ακούσαμε σήμερα με τα παρακάτω λόγια σε ελεύθερη μετάφραση˙ ο Θεός, που είπε να λάμψει φως μέσα από το σκοτάδι, θα λάμψει μέσα στις καρδιές μας και θα μας φωτίσει να γνωρίσουμε τη δόξα Του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Αν και μας πιέζουν από παντού δεν θα καταβαλλόμαστε. Θα βρισκόμαστε σε αδιέξοδο αλλά δεν θα απελπιζόμαστε. Θα μας καταδιώκουν όμως ο Θεός δεν θα μας εγκαταλείπει. Θα μας ρίχνουν κάτω αλλά ο αγώνας θα συνεχίζεται. Θα υποφέρουμε σωματικά μετέχοντας στον θάνατο του Ιησού, για να φανερωθεί στο πρόσωπό μας η ζωή του αναστημένου Ιησού. Θα μπορούμε να εκθέτουμε συνεχώς τον εαυτό μας στο θάνατο για χάρη του Ιησού, ώστε να φανερωθεί στο θνητό σώμα μας η ζωή Του. Έτσι, ενώ μας απειλεί συνεχώς ο θάνατος, θα κερδίζουμε τη ζωή. Θα κηρύττουμε, επειδή πιστεύουμε στον Θεό. Γιατί γνωρίζουμε ότι ο Θεός, που ανέστησε τον Κύριο Ιησού, θα αναστήσει και εμάς διά του Ιησού και θα μας παρουσιάσει μπροστά Του. Όλα γίνονται για εμάς. Έτσι, όσο πιο πολλοί δεχτούν τη χάρη τόσο πιο μεγάλη θα είναι η ευχαριστία και η δοξολογία προς τον Θεό.